Παλίνδρομη εκσπερμάτιση
Η παλίνδρομη εκσπερμάτιση είναι η νοσολογική οντότητα που χαρακτηρίζεται από την μερική ή πλήρη αδυναμία εξόδου του σπέρματος στην πρόσθια ουρήθρα και ακολούθως στο σώμα του πέους και το έξω στόμιο της ουρήθρας.
Ποια τα αίτια της παλίνδρομης εκσπερμάτισης;
Τα συνηθέστερα αίτια της παλίνδρομης εκσπερμάτισης είναι:
Ανατομικοί παράγοντες: Περιλαμβάνουν τις βαλβίδες της ουρήθρας συγγενείς ανωμαλίες που προκαλούν δυσλειτουργία του αυχένα της κύστης, εκτροφία της κύστης.
Νευρογενή αίτια: Κακώσεις σπονδυλικής στήλης, σκλήρυνση κατά πλάκας, διαβητική νευροπάθεια, οδηγούν σε αδυναμία σύγκλισης του αυχένα της κύστης κατά την εκσπερμάτιση.
Χειρουργικές επεμβάσεις: Διατομή του αυχένα της κύστης, διουρηθρική ή ανοικτή προστατεκτομή, οπισθοπεριτοναϊκή λεμφαδενεκτομή, συμπαθεκτομή και χειρουργική παχέως εντέρου.
Φάρμακα: Τα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν παλίνδρομη εκσπερμάτωση είναι τα παρακάτω:
- αντιπερτασικά (κλονιδίνη, γοναδενίνη, θειαζίδες, φαινοξοβενζαμίνη)
- αντιψυχωτικά (χλωρπομαζίνη, φλουφαιναζίνη, θειοξοταίνη)
- αντικαταθλιπτικά
- Ιδιοπαθής: όπου δεν ανευρίσκεται κάποια συγκεκριμένη αιτία.
Η διάγνωση είναι εύκολη και στηρίζεται στην ανίχνευση σπερματοζωαρίων στην εξέταση ούρων μετά από εκσπερμάτιση. Η παρουσία περισσοτέρων από 5-10 σπερματοζωάρια κατά οπτικό πεδίο, είναι αποδεικτικό παλίνδρομης εκσπερμάτισης.
Η θεραπεία της παλίνδρομης εκσπερμάτισης εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί. Απόσυρση του φαρμάκου που προκαλεί παλίνδρομη εκσπερμάτιση οδηγεί στην άρση του παθολογικού φαινομένου.
Τα φάρμακα που κυρίως χρησιμοποιούνται για την παλίνδρομη εκσπερμάτιση είναι η μεδοδρίνη, η εφερίνη, η ψευδεφεδρίνη, η δεσιπραμίνη και η ιμεπραμίνη. Το ποσοστό επιτυχίας της θεραπείας κυμαίνονται μεταξύ 20-80%.